Αναμνήσεις απο τους Drive in κινηματογράφους του Ηρακλείου, τους εφοριακούς στην πόρτα και τον παιδονόμο - Ιστορίες, Ρεπορτάζ, Σχολιασμός Κρήτης Blog | e-storieskritis.gr

Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2015

Αναμνήσεις απο τους Drive in κινηματογράφους του Ηρακλείου, τους εφοριακούς στην πόρτα και τον παιδονόμο

Αυθεντική μεγάλου μεγέθους αφίσα, ειδικής κατασκευής, του 1961
Πως θα σας φαινόταν αν πηγαίνοντας στον κινηματογράφο υπήρχε πάντα στην πόρτα ένας εφοριακός υπάλληλος να ελέγχει εάν κόβονται εισιτήρια ώστε να είναι σίγουρο το κράτος πως δεν χάνει τους φόρους που του αναλογούν από τη συγκεκριμένη ψυχαγωγική δραστηριότητα;

Κι όμως έτσι θυμούνται τις επισκέψεις τους στους κινηματογράφους του Ηρακλείου οι κινηματογραφόφιλοι προηγούμενων δεκαετιών. Ο εφοριακός υπάλληλος ήταν εκεί κάθε μέρα και πραγματοποιούσε εξονυχιστικούς ελέγχους για να δει πόσα εισιτήρια κόβονται και αν κόβονται σε όλους. 


Κάθε εισιτήριο έφερε ένδειξη για το δικαίωμα θεάτρου, το οποίο πήγαινε στο ταμείο του κινηματογράφου  και το δικαίωμα φόρου, το οποίο κατέληγε στα κρατικά ταμεία. Το τελευταίο ήταν το μεγάλο ζητούμενο για τον κρατικό μηχανισμό των εποχών εκείνων.

Μάλιστα τη δεκαετία του 1970 οι ιδιοκτήτες κινηματογράφων της πόλης είναι καθιερώσει μεταξύ τους να έχουν ελευθέρας (μέσω ειδικής κάρτας) εφόσον ήθελαν να επισκεφθούν και να παρακολουθήσουν έργο σε σινεμά που δεν ήταν δικό τους. Ωστόσο καλούνταν παρολαυτά να καταβάλλουν το κρατικό δικαίωμα φόρου για να μην ζημιωθεί ο κρατικός κορβανάς , αν και τις περισσότερες φορές όλοι έκαναν σε αυτό τα.. στραβά μάτια.

Σε προηγούμενο δημοσίευμα δώσαμε μια γενική εικόνα της χρυσής εποχής για τον κινηματογράφο στο Ηράκλειο. Όμως η συγκεκριμένη ψυχαγωγική δραστηριότητα πέρασε από διάφορα στάδια ανάπτυξης και παρακμής τον 20ο αιώνα.


Έτσι για παράδειγμα το 1900 στην πόλη μας λειτουργούσε ένας κινηματογράφος, το 1910 αυξήθηκαν σε έξι, το 1920 έγιναν δώδεκα, το 1930 μειώθηκαν σε δέκα, το 1940- σε δύσκολους καιρούς- υπήρχαν έξι. Ανάμεσα τους κι ένας γερμανικός κινηματογράφος στην ΌΑΣΗ όπου μπορούσε ο Ηρακλειώτης να παρακολουθήσει έργα ακόμα και σε ώρες απαγόρευσης της κυκλοφορίας. Την δεκαετία του 1950 οι κινηματογράφοι πήραν και πάλι τα επάνω τους, αυξανόμενοι σε δεκαπέντε ενώ η μεγάλη άνθιση ήλθε το 1960 και το 1970  οπότε έφθασαν τους 22 και 23 αντίστοιχα. Η αντίστροφη πορεία ξεκίνησε το 1980 όπου και μειώθηκαν σε 18, το 1990 σε 12 και το 2000 σε 7.

Η πόλη του Ηρακλείου, κατά το παρελθόν, διάθετε όλων των ειδών τους κινηματογράφους σε αφθονία, χειμερινούς και θερινούς. Είχε όμως και drive in κινηματογράφους. Έκαναν την εμφάνιση τους τη δεκαετία του 1980 αλλά έσβησαν γρήγορα καθότι το «πονηρό» περιεχόμενο των ταινιών που προέβαλαν, σε μια κατά τα άλλα κλειστή κοινωνία, αλλά και η άνθιση της βιντεοκασέτας που επέτρεπε ο καθένας να βλέπει στην ασφάλεια του σπιτιού του… ότι ταινία ήθελε, κατέστησαν την ύπαρξη τους άνευ νοήματος. Οι παλιοί πάντως θυμούνται το cine drive in, το drive in Αμμουδάρας και το creta drive in όπου μπορούσες να «δεις» την ταινία μέσα από το αυτοκίνητο σου.

Η πρώτη προβολή ταινιών, και ειδικά μεγάλων κινηματογραφικών παραγωγών, δεν ήταν απλή υπόθεση για το Ηράκλειο.

Ο παλαιοπώλης και λάτρης του κινηματογράφου ,Βαγγέλης Κρασαγάκης, θυμάται τον κινηματογράφο Απόλλωνα τις ημέρες που προετοιμαζόταν  να προβάλει την περίφημη ταινία «Τα κανόνια του Ναβαρόνε».

 Όπως μας περιγράφει: «Γέμισε ο κόσμος φεϊγβολάν και στο μπαλκόνι του Απόλλωνα τοποθετήθηκαν δύο κανόνια φωτιζόμενα που διαφήμιζαν το έργο. Υπήρχε κι ένας τοπικός ζωγράφος που έκανε αφίσες, μεγάλες, τις οποίες τοποθετούσαν σε ειδικά ταμπλό».


Κατά τον ίδιο, όταν οι κινηματογράφοι του Ηρακλείου έπαιζαν σπουδαία έργα,  ειδικά ξένα (π.χ «Τα Πάθη του Χριστού», «Η μεγάλη απόδραση», «Ο Πεταλούδας», «Η Φωλιά του Κούκου») γίνονταν στην κυριολεξία χαμός, έκλειναν μέχρι και οι δρόμοι από την τεράστια προσέλευση.

Οι ταινίες εκείνης της εποχής ήταν υπόθεση της παρέας ή της οικογένειας και δεν έβλεπες σε κινηματογράφους του Ηρακλείου μοναχικά άτομα, όπως ενδεχομένως θα συναντήσεις σήμερα. Θα το έλεγες κι ένα πανηγύρι αφού δεν ήταν λίγες οι φορές που τα προγράμματα, τα οποία είχαν μοιραστεί για την υπόθεση της προβαλλόμενης ταινίας,  μετατρέπονταν σε σαΐτες που εκτοξεύονταν ένθεν κακείθεν εντός της κινηματογραφικής αίθουσας

Στα δε διαλείμματα μέσα στο σινεμά έμπαινε με τη λευκή του μπλούζα, την χαρακτηριστική εξωτερική τσέπη γεμάτη από καλαμάκια και το καλάθι παραμάσχαλα, ο άνθρωπος που πωλούσε  πορτοκαλάδες, γκαζόζες, τσιπς, γλυκά κοκ, μαντολάτα και σοκολάτες.


Είναι ενδεικτικές του κλίματος και των συνθηκών της εποχής και οι σκηνές στο ταμείου του κινηματογράφου σε περιόδους που το εισιτήριο κόστιζε 4,5 δραχμές και δεν υπήρχαν αρκετά ψιλά για ρέστα οπότε η διαφορά καλύπτονταν  με μια τσίχλα. Αυτό το πράγμα, όπως μας λέει ο κ Κρασαγάκης, ήταν το χειρότερο μας γιατί το ένα πενηνταράκι ήταν μεγάλη υπόθεση.

Τις Κυριακές εξάλλου υπήρχε για τα παιδιά το σινεάκ όπου μπορούσαν να παρακολουθήσουν παιδικές ταινίες από τις 10 το πρωί ως τις 12 το μεσημέρι.

 «Μετά πηγαίναμε στο σπίτι όπου ήταν έτοιμο το ταψί στο φούρνο με το ψητό», θυμάται ο κ Κρασαγάκης  ενώ ξεσπά σε νοσταλγικό γέλιο, λίγο αργότερα, όταν περιγράφει πως μιμούνταν στις γειτονιές τους τις κινήσεις που έβλεπαν στις  ταινίες του Μασίστα, κι αργότερα σε ταινίες καράτε.

Επί Χούντας πάντως υπήρχε γενική απαγόρευση στα παιδιά να παρακολουθούν κινηματογράφο, κατά τις ημέρες που λειτουργούσαν τα σχολεία. Ο παιδονόμος γυρνούσε το Ηράκλειο κι αν εντόπιζε μαθητές σε ποδοσφαιράκια και  κινηματογράφους.. η αποβολή ήταν σίγουρη. Εξαιρέσεις υπήρχαν εφόσον συνοδεύονταν από τους γονείς τους στο σινεμά αλλά και τα Σαββατοκύριακα.


Όμως αν δει κανείς πριν  από την περίοδο αυτή αλλά και λίγο μετά θα διαπιστώσει πως γενικότερα οι ελευθερίες, ειδικά στα κορίτσια, ήταν κάπως περιορισμένες. Ακόμα κι όταν τους επέτρεπαν να πάνε σινεμά ο μπαμπάς περίμενε απέξω ακριβώς στις 8 ή στις  10 που τελείωνε το έργο για να τα πάρει στο σπίτι ,χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει πως μέσα στον κινηματογράφο εκείνες δεν είχαν ανταλλάξει τις ματιές τους με τα αγοράκια που τους άρεσαν.


Το ίδιο έκαναν και στο «νυφοπάζαρο» της εποχής και παράλληλα το σημείο όπου χτυπούσε η καρδιά του Ηρακλείου, στην Πλατεία Ελευθερίας. Τα μαγαζιά εκεί έσφυζαν από ζωή και τα γαλακτομπούρεκα, το σάμαλι , τα ουζάκια ,με συνοδευτικό μικροσκοπικά χοχλιδάκια που καταναλώνονταν σε τεράστιες ποσότητες, έδιναν και έπαιρναν. Μάλιστα ήταν τόσο μεγάλη η προσέλευση του κόσμου που δεν ήταν λίγες οι φορές, ειδικά τις Κυριακές, που δεν έβρισκες τραπέζι να καθίσεις.

Ελένη Βασιλάκη 

Σελίδες